Τετάρτη 20 Ιουνίου 2012

Η ΜΕΓΑΛΗ ΑΠΑΤΗ ΤΗΣ "ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ"


νδιαφέρον, πολύ ενδιαφέρον το κεφάλαιο «Γερμανία». Τόσο που όλοι μας, μα όλοι μας, κοιμόμαστε και ξυπνάμε με αυτόν τον «εφιάλτη». Αυτόν τον φαινομενικά πολύ δυνατό παράγοντα της...
Ευρώπης, την «ατμομηχανή» της Ε.Ε., όπως συνηθίζουμε να λέμε, που αποφασίζει και διατάσσει και όλοι τρέχουν σαν μαϊμούδες πίσω της, τρέμοντας τα ακόμη χειρότερα που θα της έλθει να ξεφουρνίσει.



Εφιάλτης και κακό μας όνειρο στον ύπνο και στο ξύπνιο η Άγγελα
και ο καλός της, ο κ. Σόιμπλε. Αυτός, μωρέ, που μας εκβιάζει και απειλεί με την παραχώρηση της εθνικής μας κυριαρχίας. Δύο χρόνια τώρα δουλεύει ασταμάτητα η κίτρινη προπαγάνδα στη Γερμανία και όλοι μαζί, ως μία απίθανα παράφωνη χωρωδία, μας βρίζουν και μας τρομοκρατούν με το χειρότερο τρόπο.


Αλλά και η μαφία των Βρυξελλών, με τους τοκογλύφους, τις λέσχες και τα μεγάλα συγκροτήματα, μήπως είναι αυτοί το 4ο Ράιχ και όχι η Γερμανία, όπως τόσο έντονα τον τελευταίο καιρό βρίσκεται στο στόμα των περισσοτέρων; Όλοι αυτοί, σε διατεταγμένη αποστολή διάλυσης της ευρωζώνης και αυτής ακόμη της Ευρώπης, όπως έχει μέχρι τώρα διαμορφωθεί, αρχής γενομένης από την τρομερή επίθεση στην Ελλάδα, το προαιώνιο αγκάθι στο μάτι όλων αυτών των τοκογλύφων και λοιπών εγκληματικών στοιχείων και ψυχοπαθών. Και γιατί η Γερμανία να μην είναι αυτή το 4ο Ράιχ; Μήπως θα μπορούσε να είναι θύτης αλλά και θύμα η σημερινή Γερμανία και γιατί;




Μελετήσαμε το πρόβλημα της Γερμανίας, από μία «αθέατη» για τους πολλούς πλευρά και μαζέψαμε αδιάσειστα στοιχεία για την πραγματική κατάσταση που επικρατεί εκεί.
Στοιχεία τα οποία οι συμπατριώτες αυτής


της κυρίας με αφάνταστα πολύ υλικό, ιστορικά έγγραφα, συνθήκες,


συμφωνίες, νόμους, δικαστικές αποφάσεις, διεθνές δίκαιο κλπ.,


τεκμηριώνουν με τον καλύτερο τρόπο τα αποτελέσματα της έρευνάς τους.


Ίσως όταν αυτά μαθευτούν και σε εμάς εδώ, αρχίσουν πλέον και οι ίδιοι οι


επικεφαλής της χώρας αυτής ωμοί εκβιαστές, μαζί με τους


παρατρεχάμενους δικούς τους και τους εντός των συνόρων μας, αλλά και


όλος ο τοκογλυφικός συρφετός των Βρυξελλών και όχι μόνο, να τρέχουν


και να μη φθάνουν, να μην μπορούν να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα,


αφού η γνώση αυτών των στοιχείων θέλουμε να πιστεύουμε ότι θα


συμβάλλει όχι μόνο στην καλύτερη συνειδητοποίηση της κατάστασης που


βιώνουμε εμείς οι Έλληνες και οι υπόλοιποι Ευρωπαϊκοί λαοί, αλλά


κυρίως θα μας βοηθήσει στην καλύτερη κινητοποίησή μας, για να


χτυπήσουμε το κακό στην πραγματική του ρίζα. Και μετά να κάνουμε


αυτής της κυρίας Μέρκελ, του περιβόητου υπουργού της, του κυρίου


Σόιμπλε, αλλά και του διορισμένου «εκτελεστή» μας, του κυρίου


Ράιχενμπαχ, κάποιες σχετικές ερωτήσεις, να δούμε τι θα μας


απαντήσουν...


Αλλά και στη μαφία των Βρυξελλών να απευθυνθούμε, να δούμε από


πού παίρνουν όλη αυτή την αυθάδεια και το θράσος γι’ αυτή την


απίστευτα εγκληματική τους συμπεριφορά προς τους λαούς της Ευρώπης


και προς την Ελλάδα, κρύβοντας και κουκουλώνοντας επιβαρυντικά


στοιχεία και γεγονότα, τα οποία έχουν εξαιρετική σημασία στις σχέσεις


μεταξύ των λαών της Ευρώπης, στις συνθήκες και συμβάσεις που


παράνομα υπογράφονται και χωρίς ενημέρωση και επικύρωση από τους


ίδιους τους λαούς. Κανονικά θα πρέπει όλοι να λογοδοτήσουν και να


3


υποστούν τα νόμιμα από όλους όσους προσπαθούν με κάθε τρόπο να μας


φέρουν σε σκλαβιά και εξαθλίωση. Αλλά και πολλοί δικοί μας θα πρέπει


τότε να καθίσουν στο σκαμνί για την ασυγχώρητη άγνοια ή συνειδητή


συμμετοχή σε αυτό το κουκούλωμα, το οποίο σε τελική ανάλυση έχει


καταστροφική επίδραση και στη δική μας πατρίδα, είτε είναι πολιτικοί


εντός και στις Βρυξέλλες είτε και άλλοι...


Τι μπορεί, όμως, να υπάρχει πίσω από την ψευδοσιδερένια κουρτίνα


αυτής της Γερμανίας που με τόση «επιμέλεια» φροντίζουν όλες οι πλευρές


να αποκρύπτουν;;; Που κάνει, όμως, τώρα κινήματα πολιτών, καθηγητές,


βουλευτές και άλλους να ερευνούν κάποιους σοβαρούς και πολύ βασικούς


φακέλους, οι οποίοι αφορούν τη χώρα τους και το περιεχόμενο των οποίων


αλλάζει τελείως το σκηνικό της νομικής της υπόστασης, ως κυρίαρχου,


ελεύθερου και ανεξάρτητου κράτους.


Ας ξεκινήσουμε κάνοντας μια σύντομη ιστορική ανασκόπηση,


γυρίζοντας πίσω στην εποχή που έληξε ο 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος, ο πιο


φρικτός από όλους τους μέχρι τότε πολέμους.


Αμέτρητα τα εκατομμύρια των νεκρών, των τραυματιών, των


ξεριζωμένων, της φωτιάς και του σιδήρου, της ισοπέδωσης παντού.


Αμέτρητος ο πόνος και ο όλεθρος, η οικονομική καταστροφή για τους


λαούς που είχαν εμπλακεί σε αυτόν, αλλά και της ίδιας της Γερμανίας.


Άγνωστες στους πολλούς σημαντικές σελίδες της ιστορίας της χώρας


αυτής, ειδικότερα μετά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Κυρίως, όμως, μετά το


1990. Σελίδες που στοιχειοθετούν και ολοκληρώνουν το ίσως πιο μεγάλο


ψέμα των τελευταίων 100 χρόνων, όπως πλέον ανοιχτά γίνεται παραδεκτό


από τους ίδιους τους γερμανούς καθηγητές και δυνατές πρωτοβουλίες


πολιτών που αγωνίζονται και ενημερώνουν γι’ αυτό που παίζεται, όχι μόνο


4


εναντίον της χώρας τους και των ανθρώπων της αλλά και εναντίον μας και


εναντίον πολλών άλλων λαών.


Μας ενημερώνουν, λοιπόν και είναι πλέον κοινό μυστικό, ότι η


Γερμανία, 67 χρόνια μετά την ήττα της στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο,


εξακολουθεί να βρίσκεται υπό ξένη κατοχή, με παρουσία κατοχικών


στρατιωτικών δυνάμεων στο έδαφός της, με έλλειψη Συνθήκης Ειρήνης με


όλες τις χώρες που τότε βρέθηκε σε εμπόλεμη κατάσταση, με μια


προσωρινή κατάπαυση πυρός απέναντί τους, με απουσία Συντάγματος που


θα είχε ψηφιστεί και επικυρωθεί από έναν ελεύθερο γερμανικό λαό χωρίς


καμιά κρατική ή άλλη νομική υπόσταση εντός των εδαφικών της ορίων...


Όμως, για λίγο είναι απαραίτητο να πάμε πίσω στο έτος 1919, για να


καταλάβουμε καλύτερα τι συνέβη και μετά τη λήξη του 2ου Π.Π. αλλά και


μετά το 1990 που είναι το θέμα μας και που μας ενδιαφέρει άμεσα.


Από την πρώην Αυτοκρατορία της Γερμανίας, η οποία βγήκε


ηττημένη από τον τότε 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο, δημιουργήθηκε


φιλελεύθερη Συνταγματική Κοινοβουλευτική Δημοκρατία στις 11


Αυγούστου 1919, γνωστή ως Δημοκρατία της Βαϊμάρης, μετά από


ελεύθερες και δημοκρατικές εκλογές και Σύνταγμα, γνωστό ως το


Σύνταγμα του Γερμανικού Ράιχ, ως Σύνταγμα της Βαϊμάρης.


Το 1933, όταν ο Χίτλερ κέρδισε νόμιμα τις εκλογές και ανέβηκε στην


εξουσία, δεν φάνηκε καθόλου διατεθειμένος να τηρήσει αυτό το Σύνταγμα


της Βαϊμάρης όπως το παρέλαβε και έτσι άρχισε να εκδίδει νόμους τελείως


αντίθετους και παράνομους προς αυτό. Με αυτόν τον τρόπο, στη


Ναζιστική Γερμανία είχε δημιουργηθεί το τελείως παράδοξο να υπάρχει


δημοκρατικά εκλεγμένος καγκελάριος, ο οποίος, όμως, με το να εκδίδει


5


παράνομους νόμους είχε καταργήσει και στην ουσία και στην πράξη αυτό


το σύνταγμα της Βαϊμάρης, στο οποίο λίγο πριν είχε ορκιστεί ως


καγκελάριος να σέβεται και να προστατεύει. Ιδιαίτερα με το νόμο τον


οποίο ο Χίτλερ συνέταξε στις 24 Μαρτίου 1933, που του επέτρεπε πλέον


να επιβάλλει κατάσταση εκτάκτου ανάγκης κάτω από το μανδύα του


αγώνα που έπρεπε να κηρύξει ενάντια στις επείγουσες ανάγκες του λαού


και του κράτους (das Ermächtigungsgesetz - Gesetz zur Behebung der Not


von Volk und Reich). Νόμος ο οποίος στην πραγματικότητα του άνοιγε


πλέον το δρόμο της επιβολής δικτατορίας - του γνωστού 3ου Ράιχ - με την


απίστευτη τραγωδία που σκόρπισε και στη χώρα του και σε δεκάδες άλλες


χώρες και εκατομμύρια αθώα θύματα. Να σημειώσουμε δε ότι τους


αντιδρούντες και αντίθετους προς αυτό το νόμο, που ο Χίτλερ φοβόταν ότι


θα τον καταψήφιζαν, ή τους σκότωνε ή τους έριχνε στη φυλακή.


Φτάνουμε τώρα στο τέλος του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, στο 1945, με


τη Γερμανία να εξέρχεται και αυτή τη φορά ηττημένη, ντροπιασμένη και


κατεστραμμένη. Ο Χίτλερ, ο «νόμιμος» καγκελάριος, ή έχει αυτοκτονήσει


ή έχει ήδη εγκαταλείψει τη χώρα. Ο διορισμένος από τον ίδιο ως διάδοχός


του και αρχηγός του κράτους ναύαρχος Donitz, αλλά και διορισμένος και


ως αρχηγός της Wehrmacht, δεν μπορούσε να είναι αυτός ο οποίος θα


υπέγραφε την παράδοση της ηττημένης χώρας στους τέσσερις νικητές -


συμμάχους: Η.Π.Α., Μ. Βρετανία, Γαλλία και Σοβιετική Ένωση, κατά το


ισχύον Διεθνές Δίκαιο. Πρέπει να ξέρουμε ότι μετά την κατάρρευση του


ναζιστικού καθεστώτος αυτόματα είχε επανελθει σε ισχύ η κρατική


υπόσταση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης στα προ του πολέμου εδαφικά


της όρια, όπως και το νόμιμο αυτής Σύνταγμα. Η παράδοση της ηττημένης


χώρας, η οποία έπρεπε κανονικά σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο να γίνει


από νόμιμα εκλεγμένο αρχηγό τους κράτους και ο οποίος, όπως ήδη


αναφέραμε, δεν υπήρχε πλέον, πραγματοποιήθηκε αναγκαστικά από τους


6


αρχηγούς των τριών Σωμάτων: Στρατού, Αεροπορίας και Ναυτικού


(Friedburg, Keitel και Strumpf), οι οποίοι είναι αυτοί που υπέγραψαν την


άνευ όρων παράδοση του στρατού και όχι του νόμιμα υπάρχοντος κράτους,


το οποίο όπως είπαμε είχε επανέλθει σε ισχύ. Στις 8 Μαϊου 1945


διαλύθηκαν και παραδόθηκαν οι στρατιωτικές δυνάμεις. Δεν μπορούσε


κατά το Διεθνές Δίκαιο να διαλυθεί ή να παραδοθεί το κράτος της


Γερμανίας, του Deutsches Reich δηλαδή. Και είναι αυτό το νόμιμο κράτος,


με ολόκληρη την εδαφική του επικράτεια και μάλιστα αυτή του 1933/37,


πάνω στο οποίο έγινε η “μοιρασιά” και το οποίο τέθηκε υπό την κατοχή


των συμμαχικών - νικητριών στρατιωτικών Δυνάμεων, με κύρια νικήτρια


τις Η.Π.Α. (SHAEF - Gesetz Nr.52, Art.1), (Deutschlandvertrag, BGBL,


1955 II S.301), γεγονός που έχει και επισήμως αναγνωρισθεί από ένα


μεγάλο αριθμό κρατών, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Ότι δηλαδή οι


Η.Π.Α. είναι η κύρια νικήτρια και κατοχική Δύναμη της Γερμανίας μετά


την ήττα της στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο.


Έτσι, την 1η Σεπτεμβρίου 1948, οι τέσσερις νικήτριες Δυνάμεις


προέβησαν στη δημιουργία ex nihilo - από το τίποτα - «παράνομων


προσωρινών διοικητικών οντοτήτων» ως εξής:


1. από τις τρεις Δυτικές συμμαχικές δυνάμεις, αυτή της


Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, BRD Bundesrepublik


Deutschland (ή Δυτική Γερμανία), με πρωτεύουσα τη Βόννη,


2. από τη Σοβιετική Ένωση, στη ζώνη η οποία είχε περιέλθει στη


δικαιοδοσία της, αυτή της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, DDR


Deutsche Demokratische Republik (ή Ανατολική Γερμανία), με


πρωτεύουσα το Ανατολικό Βερολίνο,


3. το υπόλοιπο της πόλης του Βερολίνου, υπό κατοχή και αυτό,


ορίστηκε ως έδρα των συμμαχικών στρατιωτικών δυνάμεων με


ειδικό νομικό καθεστώς,


7


4. η περιοχή της Ανατολικής Πρωσίας, η οποία τέθηκε υπό τη


διαχείριση της Πολωνίας και


5. η περιοχή του Καλίνιγκραντ, η οποία ανατέθηκε στη Σοβιετική


Ένωση.


Αυτές, βέβαια, οι πέντε οντότητες προϋπόθεταν από την αρχή ότι θα


είχαν προσωρινή διάρκεια και θα καταλύονταν αυτόματα τη στιγμή της


υπογραφής της οριστικής συνθήκης ειρήνης, η οποία θα έπρεπε και να


οριστικοποιήσει το τέλος του 2ου Π.Π. και των πολεμικών εχθροπραξιών.


Να άρει, δηλαδή, την προσωρινή κατάπαυση πυρός και να αποκαταστήσει


τη νομική υπόσταση, κυριαρχία και κυριότητα της χώρας. Ακόμα, να δοθεί


το δικαίωμα στο γερμανικό λαό να ψηφίσει ελεύθερα το καινούριο του


σύνταγμα και να εκλέξει ελεύθερα την καινούρια του νόμιμη κυβέρνηση,


σύμφωνα πλέον με το νέο - κοινό για όλη την επικράτεια - Σύνταγμα.


Όμως και αυτή καθεαυτή η κατάργηση, ο διαμελισμός και η κατοχή του


κράτους της Γερμανίας, με τον τρόπο που έγινε και τη δημιουργία αυτών


των προσωρινών διοικητικών οντοτήτων, αποτελεί μια πολύ περίεργη


κατάσταση χωρίς ιστορικό και νομικό προηγούμενο στο Διεθνές Δίκαιο,


όπως ισχυρίζονται οι Γερμανοί ενεργοί πολίτες.


Στη συνέχεια και οι δύο Γερμανίες, η κάθε μια για λογαριασμό της,


διεκδικούσαν το δικαίωμα του να είναι αυτή, η κάθε μία, η «πραγματική


Γερμανία», αν και καμιά δεν μπορούσε να είναι αυτή η νόμιμη «συνέχεια»


του Deutsches Reich. Ούτε και ο εκάστοτε πρόεδρος ή καγκελάριος ή


γραμματέας του κόμματος μπορούσαν να είναι οι «νόμιμοι» εκπρόσωποι


του Deutsches Reich και να αποφασίζουν αυτοί για τη Γερμανία ως


σύνολο, διότι αντιπροσώπευαν ο καθένας τους ένα από τα δύο μόνο


διαφορετικά κομμάτια και όχι τα υπόλοιπα της πολλαπλά διαμελισμένης


επικράτειας. Επιπλέον, σε καμία χρονική περίοδο αυτές οι δύο προσωρινές


8


οντότητες δεν υπήρξαν ανεξάρτητα και κυρίαρχα κατά το Διεθνές Δίκαιο


κράτη, αφού είχαν τεθεί υπό ξένη κατοχή και διοίκηση μετά το 1945.


Στη Δυτική Γερμανία, προϊόν και δημιούργημα των Η.Π.Α., της Μ.


Βρετανίας και της Γαλλίας, παραχωρήθηκε στις 23.5.1949 το «δικαίωμα»


σε επιλεγμένη ομάδα πολιτικών και νομικών προσώπων να


δημιουργήσουν ένα προσωρινό Βασικό Νόμο (das Grundgesetz) με βάση


το άρθρο 43 της Συνθήκης της Χάγης του 1907, ώστε να μπορεί να


λειτουργήσει η γραφειοκρατία και η ασφάλεια του Γερμανού πολίτη στη


στρατιωτικά κατεχόμενη επικράτεια και βέβαια ως «καπέλο» πάνω στο εκ


νέου αποκατασταθέν Σύνταγμα της Βαϊμάρης, όπως πιο πάνω αναφέραμε.


Ο Βασικός αυτός Νόμος έπρεπε να έχει προσωρινή διάρκεια και ισχύ


μέχρι την ένωση των προσωρινών διοικητικών οντοτήτων, την υπογραφή


της οριστικής Συνθήκης Ειρήνης αλλά και την σύνταξη Συντάγματος, το


οποίο θα είχε ως βάση του την ελεύθερη βούληση του γερμανικού λαού.


Αυτό, βέβαια, σημαίνει ότι οι σύμμαχοι, για λόγους καθαρά δικούς τους,


αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν αλλά και να δεχτούν ότι η 8η Μαϊου 1945


δεν σήμαινε με κανένα τρόπο ότι μπορούσαν οι ίδιοι να καταργήσουν το


νόμιμο έθνος και το προϋπάρχον νόμιμο κράτος της Βαϊμάρης, αφού δεν


προβλέπεται μια τέτοια κατάργηση μετά από στρατιωτική ήττα από το


Διεθνές Δίκαιο, είτε παραδίδεται από μη εκλεγμένο αρχηγό κράτους ή και


από αρχηγούς στρατιωτικών δυνάμεων. Έτσι, στη συγκεκριμένη


περίπτωση θα πρέπει να τονιστεί ότι η στρατιωτική ηγεσία παρέδωσε


στους νικητές χωρίς όρους τις στρατιωτικές δυνάμεις μόνο και όχι το


κράτος Deutsches Reich το οποίο, αν και εκείνη τη στιγμή είχε αναβιώσει,


δεν διέθετε όμως νόμιμη κυβέρνηση για να το εκπροσωπήσει. Άρα και


αυτό, καθώς και το Σύνταγμα της Βαϊμάρης, θα παρέμεναν σε «προσωρινή


αδράνεια», μέχρι δηλαδή τη σύναψη συνθήκης ειρήνης, την αυτόματη


κατάργηση των «προσωρινών» διοικητικών οντοτήτων με την επανένωση


9


όλων των ανηκόντων στην εδαφική επικράτεια κατά το 1933/37 τμημάτων


και τέλος τη σύνταξη του καινούριου Συντάγματος.


Και αφού την 8η Μαϊου 1945, με την κατάλυση του ναζιστικού


καθεστώτος, ανασυστάθηκε de jure το προσωρινά διακοπέν Deutsches


Reich και μάλιστα στα εδαφικά όρια του 1933/37 (βλ. SHAEF -Νόμος


Αρ.52, Άρθρο VII Αρ.9, παρ.e, σε συνδυασμό με το 1ο Πρωτόκολλο του


Λονδίνου της 12.9.1944), είναι πάνω σε αυτά βέβαια τα εδαφικά όρια που


έγινε πλέον και η «μοιρασιά» των συμμάχων. Και εδώ θα έπρεπε να


ερευνηθεί από το Διεθνές Δίκαιο το πώς είναι δυνατό οι κατακτητές να


διαμελίζουν ένα κυρίαρχο κράτος, έστω και νικημένο από πόλεμο και


αυθαίρετα -ως τιμωρία (;)- δικά τους συμφέροντα (;) να δημιουργούν και


να επιβάλλουν «νέες» προσωρινές διαχειριστικές οντότητες, εκεί όπου ήδη


προϋπάρχει νόμιμο κυρίαρχο κράτος - έθνος, με νόμιμα ψηφισμένο


Σύνταγμα, αυτό του 1919.


Επιπλέον, αν και ο Καταστατικός Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών


προβλέπει σύνταξη οριστικής Συνθήκης Ειρήνης μεταξύ όλων των


εμπλεκόμενων μερών σε πολεμικές συρράξεις μέσα σε διάστημα το πολύ


60 χρόνων, αυτό, όπως θα εξηγήσουμε πιο κάτω, δεν έχει ακόμα συμβεί.


Ούτε και σύμφωνα με αποφάσεις της Χάγης επιτρέπεται η στρατιωτική


κατοχή μιας χώρας πάνω από 60 χρόνια. Όμως στη σημερινή Γερμανία δεν


έχει δοθεί ακόμα το δικαίωμα σύνταξης καινούριου Συντάγματος, νόμιμα


ψηφισμένου από τον γερμανικό λαό. Έτσι, τυπικά αλλά και ουσιαστικά,


βρίσκεται σε ισχύ - έστω και σε αδράνεια - το τελευταίο νόμιμο Σύνταγμα


της Βαϊμάρης του 1919, όπως και τα παλιά γεωγραφικά όρια της χώρας του


1937 και κατά άλλους ίσως και αυτά του 1933.


10


Επιπλέον, για όσο διάστημα δεν έχει ακόμη υπογραφεί οριστική


Συνθήκης Ειρήνης με τις τέσσερις νικητήριες συμμαχικές δυνάμεις αλλά


και με όλους τους τότε πολεμικούς της αντιπάλους, η Γερμανία


εξακολουθεί να βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση σύμφωνα με τα άρθρα


53, παρ.2 και άρθρο 107 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, αλλά και σε


προσωρινή κατάπαυση πυρός με 51 χώρες, συμπεριλαμβανομένης φυσικά


και της Ελλάδας.


Έτσι ερχόμαστε στο έτος 1990, οπότε ανοίγουν τα σύνορα μεταξύ


των δύο Γερμανιών, δηλαδή των δύο «προσωρινών» διοικητικών


οντοτήτων, οι οποίες αυτόματα εκείνη τη στιγμή καταργούνται με την


μέχρι τότε μορφή τους. Το ίδιο και ο Βασικός Νόμος (ο Grundgesetz), ο


οποίος από εκείνη τη στιγμή παύει να έχει νομική ισχύ, κλείνοντας έτσι


τον κύκλο της εφαρμογής του στην μέχρι τότε στρατιωτικά κατεχόμενη


Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας από την ημέρα της σύνταξής


του, την 23.5.1949, μέχρι τις 17.7.1990.


Συγκεκριμένα, το άρθρο 146 του Βασικού Νόμου αποτέλεσε άρθρο -


κλειδί στα ανθρώπινα δικαιώματα του γερμανικού λαού, αφού τονίζει την


εδαφική επικράτεια για την οποία προορίζεται αλλά και ιδιαίτερα τον


εντελώς προσωρινό χαρακτήρα του νόμου αυτού, ο οποίος χάνει την ισχύ


του την ημέρα που θα συνταχτεί και θα μπει σε ισχύ Σύνταγμα, το οποίο


θα επικυρωθεί από την ελεύθερη βούληση του Γερμανικού λαού. Φέρει δε


την υπογραφή του Dr. Konrad Adenauer, προέδρου της τότε Βουλής.


Όμως, όπως θα δούμε, παραβιάστηκε το νόημά του, αφού μετά το 1990


αφενός επέκτειναν την ισχύ του και στη Ανατολική Γερμανία, αλλά και


δεν στάθηκε δυνατή η σύνταξη καινούριου Συντάγματος. Και πώς


άλλωστε θα μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο, αφού δεν έχει ολοκληρωθεί η


Ένωση στα όρια της επικράτειας του 1937, ώστε η σύνταξή του να μπορεί


11


να γίνει στο όνομα ολόκληρου του λαού και για ολόκληρο το γερμανικό


λαό. Να αναφέρουμε εδώ και τον βραβευμένο με Νόμπελ Γερμανό


συγγραφέα Günter Grass, ο οποίος στο βιβλίο του «Ερωτήσεις για τη


Γερμανική Ενοποίηση» μας λέει ότι, όπως και πριν την Ένωση, πρέπει να


φωνάξουμε ότι δεν τηρήθηκε το άρθρο - κλειδί αρ. 146 του παλιού


Βασικού Νόμου, που διέτασσε ότι στην περίπτωση της γερμανικής


ενοποίησης έπρεπε να υποβληθεί στο γερμανικό λαό ένα καινούριο


Σύνταγμα. Ο συγγραφέας πιστεύει ότι και όλοι οι πολίτες συμμετέχουν


στο πολύ μεγάλο και δύσκολα επανορθούμενο κακό που προκαλείται, αν


συνεχίσουν να ζουν με αυτή την κατάφωρη παραβίαση του Συνταγματος.


Ως επακόλουθο αυτής της κατάργησης, λοιπόν, θα έπρεπε κανονικά


και ουσιαστικά να επανέλθει σε ισχύ το μέχρι τότε ευρισκόμενο σε


αδράνεια Σύνταγμα της Βαϊμάρης του 1919 και βέβαια να επέλθει


ολοκληρωμένη επανένωση της συνολικής νόμιμης εδαφικής επικράτειας


του 1933/37.


Η Συμφωνία όμως της Ένωσης των δύο «πρώην» διοικητικών


οντοτήτων, η οποία υπεγράφη στις 31.8.1990 (BGBI. Μέρος 1ο, σελ.890),


είναι συνταγματικά άκυρη. Δεν ήταν νομικά δυνατό να προσχωρήσουν σε


συνένωση τα κρατίδια της πρώην Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας με


την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, όταν και αυτή είχε ήδη


πάψει να υπάρχει, όπως είδαμε, από την 17.7.1990. Ούτε ήταν νόμιμο να


επεκταθεί ο Βασικός Νόμος και στην πρώην Λαϊκή Δημοκρατία, γιατί η


δημιουργία - επιβολή του ήταν από την αρχή περιορισμένη αποκλειστικά


και μόνο στην υπό στρατιωτική κατοχή προσωρινή διοικητική οντότητα


της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, όπως αυτό επιβάλλει η


Συνθήκη της Χάγης του 1910 για ανάλογες περιπτώσεις. Άρα, σήμερα, η


εδαφική επικράτεια της πρώην Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας δεν


12


μπορεί να αποτελεί τμήμα της σημερινής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας. Το


ίδιο συμβαίνει και με το Βερολίνο, το οποίο και αυτό δεν ήταν δυνατό να


συγχωνευθεί μαζί της, γιατί, όπως έχουμε ήδη πει, είχε ένα διαφορετικό


καθεστώς, ως έδρα των συμμαχικών δυνάμεων, εκτός βέβαια από το


ανατολικό του τμήμα το οποίο υπήρξε και η πρωτεύουσα της Λαϊκής


Δημοκρατίας της Γερμανίας. Άρα δεν δύναται νομικά και αυτό να αποτελεί


μέρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και βέβαια δεν


νομιμοποιείται καν να είναι η πρωτεύουσα της «ανύπαρκτης» ενωμένης


Γερμανίας, αφού ευρίσκεται εκτός και αυτής της επικράτειάς της. Ούτε


είναι δυνατό να αφεθούν εκτός της «επανένωσης» τμήματα τα οποία είχαν


ανατεθεί στην Πολωνική ή Ρωσική Κυβέρνηση με συμφωνία προσωρινής


διαχείρισης.


Κατά τη διάρκεια των 2+4 συνομιλιών για την «Ένωση», που έλαβαν


χώρα στο Παρίσι στις 17.7.1990, ο υπουργός των εξωτερικών των Η.Π.Α.,


o James Baker, ενημέρωσε τον υπουργό εξωτερικών της Ομοσπονδιακής


Δημοκρατίας της Γερμανίας Hans Dietrich Genscher, παρουσία και των


υπολοίπων υπουργών των εξωτερικών Markus Meckel και Krzyzstof


Skubiszewski, ότι το άρθρο 23 του Βασικού Νόμου παύει από την επόμενη


μέρα να ισχύει. Δηλαδή καταργήθηκε το άρθρο που ορίζει τον περιορισμό


της ισχύος του Βασικού Νόμου στα εδάφη της Ομοσπονδιακής


Δημοκρατίας της Γερμανίας. Παρόλα αυτά, όμως, τον περιέλαβαν στη


Συμφωνία της «Ένωσης» (γιατί έτσι την παρουσίασαν) με αλλαγές σε έξι


σημεία και με μία καινούρια εισαγωγή στην οποία αναφερόταν η επέκταση


της ισχύος του Βασικού Νόμου στα εδάφη της Λαϊκής Δημοκρατίας της


Γερμανίας και του κρατιδίου του Βερολίνου. Μια τέτοια εισαγωγή, όμως,


δεν μπορεί ποτέ να είναι νόμος, ούτε και να έχει την ισχύ νόμου και τέλος


ούτε να αντικαθιστά άρθρα του Βασικού Νόμου.


13


Την ίδια μέρα ο Genscher και ο Meckel ενέδωσαν στις πολωνικές


απαιτήσεις να μην περιληφθεί στο μελλοντικό Σύνταγμα αναφορά στη


γερμανική ενοποίηση, με στόχο να εξαλειφθούν όλες οι πιθανές


διεκδικήσεις εδαφών που εξακολουθούν να ευρίσκονται στην νόμιμη


ακόμη επικράτεια του Deutsches Reich και βρίσκονται, όπως είπαμε, εντός


των σημερινών συνόρων της Πολωνίας και Ρωσίας (Πρωσία και


Καλίνιγκραντ). Η Συμφωνία αυτή επικυρώθηκε μόνο από την


Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, όχι όμως και από τους νικητές,


γιατί ο Βασικός Νόμος είχε αρχικά συνταχτεί και επιβληθεί μόνο στο


δυτικό τμήμα της Γερμανίας. Επιπλέον, δεν θα μπορούσε πια να είναι σε


ισχύ, αφού σύμφωνα με το άρθρο 146 παύει να ισχύει από τη στιγμή της


επανένωσης του κράτους της Γερμανίας.


Να σημειώσουμε εδώ ότι το 1990 ο Hans Dietrich Genscher, εν


γνώσει του και χωρίς να νομιμοποιείται, δέχτηκε ως συνοριακό όριο με την


Πολωνία τη γραμμή των ποταμών Oder - Neisse, παραιτούμενος έτσι του


δικαιώματος να συμπεριληφθούν στη διαδικασία της «Ένωσης» και οι


ανατολικές περιοχές οι οποίες ανήκουν μέσα στα επισήμως αναγνωρισμένα


εδαφικά όρια του Deutsches Reich. Και το ερώτημα το οποίο θέτουν οι


γερμανοί μελετητές και ενεργοί πολίτες είναι κατά πόσο ο Genscher, αλλά


και ο τότε καγκελάριος Helmut Kohl, μπορούσαν να υπογράψουν τέτοιες


συμφωνίες στο όνομα του γερμανικού λαού, αφού εκείνη την εποχή, με την


κατάργηση της προσωρινότητας της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας, είχε


αυτόματα παύσει και η νομιμοποίηση του δικού τους ρόλου ως


πρωθυπουργού και ως υπουργού εξωτερικών της κυβέρνησης της


Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, η οποία ως προσωρινή


διοικητική οντότητα είχε παύσει να υπάρχει ήδη από τη 17.7.1990.


Σε σχέση με τα παραπάνω, ο ίδιος ο Hans - Dietrich Genscher στο


βιβλίο του «Αναμνήσεις» (Erinnerungen Siedler, Berlin 1995, S. 846)


θυμάται τις μέρες του 1989 /1990 και τις συζητήσεις που είχαν με τους


τέσσερις Συμμάχους σχετικά με την καινούρια κατάσταση που είχε πλέον


δημιουργηθεί στη Γερμανία. Αν και το κλίμα δεν ήταν και τόσο ευχάριστο,


ωστόσο κατάφερε να διαλύσει τις ανησυχίες τους και να πάρει τη


συγκατάθεσή τους. Αυτό προϋπόθετε, βέβαια, ότι τους έπεισε ότι η


κυβέρνηση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας συμφωνεί


μαζί τους και μοιράζεται αυτές τους τις ανησυχίες, όμως θα έπρεπε να είναι


βέβαιοι ότι καμιά Συνθήκη Ειρήνης ή κάτι άλλο ανάλογο δεν ήταν μέσα


στις δικές τους προβλέψεις. Στα Πρακτικά, ο προεδρεύων της συνεδρίας


Γάλλος Υπουργός των Εξωτερικών διαπίστωσε συναίνεση και έτσι, λοιπόν,


έγινε τρόπον τινά παραίτηση μελλοντικού δικαιώματος διεκδίκησης


συνθήκης ειρήνης, με βάση αυτά που έχουν συμφωνηθεί στη Συνθήκη του


Potsdam αλλά και σε αυτές των Παρισίων, τις οποίες είχε συνάψει η


«παλαιά» Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας με τους τρεις


Δυτικούς Συμμάχους. Τοιουτοτρόπως το θέμα της Συνθήκης Ειρήνης είχε


πλέον διαγραφεί οριστικά. Αυτό βέβαια, συνεχίζει ο Genscher, σήμαινε ότι


τους έφυγε ένα μεγάλο βάρος από τους ώμους, μια και η ανησυχία τους για


τυχόν διεκδικήσεις μελλοντικών αποζημιώσεων θα μπορούσαν να είναι


απρόβλεπτες, σε περίπτωση προηγούμενης υπογραφής της. Και έτσι


επισφραγίστηκε αυτό που είχε καταφέρει να περάσει ο Dieter Kastrup


(Γερμανός νομικός και διπλωμάτης, Γενικός Γραμματέας στο Υπουργείο


των Εξωτερικών, πηγή Wikipedia), ο οποίος διηύθυνε το 1990 την


αποστολή της Ο.Δ.Γ. στις συζητήσεις για την υπογραφή της Συμφωνίας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου